
Όλο και συχνότερα ακούμε τον όρο βιωσιμότητα του πλανήτη και βιώσιμος τρόπος ζωής. Τα τελευταία χρόνια δεκάδες κινήματα διατροφής, μας αποδεικνύουν τα συνεχή οφέλη που έχουν σε ατομικό και συνολικό επίπεδο. Στην Ελλάδα, είναι ένας πολύ νέος όρος, με τεράστια όμως σημασία για τον τρόπο που θα επιλέξουμε να ζούμε και να τρεφόμαστε από εδώ και πέρα.
Τι μας λένε τα στοιχεία:
Η βιομηχανία φαγητού καταλαμβάνει το 40% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού, το 40% της Γης, εκ του οποίου το 70% χρησιμοποιείται για την εκτροφή, την επεξεργασία και την διάθεση ζωϊκών προϊόντων. Η κατανάλωση κρέατος, ειδικότερα του κόκκινου, έχει αυξηθεί κατά 12% τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, με τον μέσο ενήλικα να καταναλώνει 20-60% περισσότερο από αυτό που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, πράγμα που είναι αποδεδειγμένα συνδεδεμένο με καρδιαγγειακές παθήσεις, με το διαβήτη τύπου 2, την παχυσαρκία και ορισμένες μορφές καρκίνου.
Η Ελλάδα συγκεκριμένα, βρίσκεται στη 18ηθέση παγκοσμίως στην κατανάλωση κρέατος (Έρευνα:Global environmental change, 2019). Επιπλέον έχουμε κατακτήσει την τρίτη θέση πανευρωπαϊκά σε ποσοστά παχυσαρκίας, με πρώτη την Ουγγαρία και δεύτερη την Μεγαλη Βρετανία, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουμε διαταραχές σε θέματα διατροφής, αυξημένα καρδιαγγειακά νοσήματα και ολοένα αυξανόμενα κρούσματα διαβήτη τύπου 2 και παιδικής παχυσαρκίας.
Πέραν των επιπτώσεων στην ατομική υγεία, το διατροφικό σύστημα καταναλώνει το 80% του συνολικού πόσιμου νερού της Γης και το 20% των καυσίμων της, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να παρατηρείται αυξανόμενη ξηρασία, μειωμένη γονιμότητα του εδάφους και μόλυνση των πόρων από την υπερβόσκηση και τη χρήση χημικών λιπασμάτων. Επιπλέον παρατηρούμε ολοένα μειωμένες σοδιές, λόγω της κακης διαχείρισης και της υπερκατανάλωσης φαγητού.
Άλλος ένας παράγοντας που αξίζει να ληφθεί υπ’όψη, είναι η σπατάλη του φαγητού που ανέρχεται σε ποσοστό 40%. Με άλλα λόγια σχεδόν το μισό φαγητό το οποίο παράγουμε και αγοράζουμε δεν καταναλώνεται αλλά πετιέται είτε επειδή έληξε, είτε επειδή δεν αγοράστηκε έγκαιρα ή ακόμα γιατί δεν είχαμε όρεξη να φάμε για δεύτερη ή τρίτη ημέρα εκείνη τη μερίδα φαγητού που είχε περισσέψει. Σπαταλάμε 1.249 θερμίδες φαγητού ανά άτομο, ανά ημέρα, σε έναν κόσμο που τη δεδομένη στιγμή έχει 3 δισ. ανθρώπους κακό/υποσιτιζόμενους (για οικονομικούς, τοπογραφικούς και εκπαιδευτικούς παράγοντες) και που μετά την πανδημία του COVID-19 αναμένουμε να προστεθούν αλλά 132 εκατομμύρια. Σε αυτό το κομμάτι ξεκινάμε να συνεισφέρουμε δωρίζοντας φαγητό, υπολογίζοντας πιο σωστά τις μερίδες μας και βάζοντας στην κατάψυξη φαγητό ή λαχανικά ή ακόμα και το ψωμί σε μερίδες για όποτε θέλουμε να το καταναλώσουμε. Με αυτά τα απλά βήματα όχι μόνο μειώνουμε το ενεργειακό μας αποτύπωμα αλλά βοήθαμε στη συνολική οικονομία του σπιτιού και γινόμαστε πιο δημιουργικοί αξιοποιώντας και συνδυάζοντας προϊόντα που διαθέτουμε με κοντινή ημερομηνία λήξης.
Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία, καταλήγουμε σε δύο βασικά συμπεράσματα. Πρώτον ότι το σύστημα φαγητού δεν είναι βιώσιμο και δεύτερον ότι χρειάζεται να κάνουμε μια δραστική στροφή 180 μοιρών στον τρόπο παραγωγής, διάθεσης και κατανάλωσης φαγητού.
Τί είναι όμως μια βιώσιμη διατροφή ;
Βιώσιμη διατροφή είναι αυτή που προσφέρει θρεπτικό και ασφαλές φαγητό για όλους, με τέτοιο τρόπο που δεν αποτελεί περιβαλλοντική, οικονομική ή κοινωνική απειλή για την υπάρχουσα ή τις μελλοντικές γενιές.
(Πηγή: UN & Dietary guidelines advisory committee - 2015).
Σίγουρα, η ευθύνη δεν είναι μόνο ατομική. Υπάρχει κυβερνητική και βιομηχανική ευθύνη. Έρχονται όμως στα χέρια μας συνεχείς αποδείξεις ότι υιοθετώντας ένα διατροφικό μοτίβο που είναι αυξημένο σε φαγητά φυτικής προέλευσης, όπως τα φρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια, τα προϊόντα ολικής άλεσης, σπόροι και καρποί και είναι χαμηλότερο σε ζωικά και επεξεργασμένα τρόφιμα, προάγουμε την ατομική υγεία (κατάκτηση και διατήρηση φυσιολογικού βάρους, καταπολέμηση χρόνιων νοσημάτων, καλή λειτουργία του εντέρου, πρόληψη ασθενειών κ.α.) και είναι συνδεδεμένο με μειωμένη περιβαλλοντική επίπτωση από την τρέχουσα μέση διατροφή.
(Πηγή: 2015-2020 Dietary guidelines US)
Η επίγνωση της κατάστασης, μας οδηγεί σε ένα κομβικό σημείο. Το 70 % των ανθρώπων δηλώνει πως προτίθεται να αλλάξει συνήθειες, αλλά το πρόβλημα είναι στην εφαρμογή. Οι πληροφορίες είναι πολλές, το ίδιο και οι επιλογές.
Εστιάζοντας στον πρώτο παράγοντα, ξεκινάμε από τα βασικά κριτήρια μιας υγιεινής διατροφής, τα οποία είναι:
1. Να καλύπτουμε τον θερμιδικό μας στόχο ο οποίος είναι από 1.900-2.500 θερμίδες ημερησίως. Οι θερμιδικές μας ανάγκες διαφέρουν μέρα με την ημέρα και από άτομο σε άτομο. Τρώγοντας πολύ περισσότερο από τις ανάγκες μας, μπορούμε να προκαλέσουμε μακροπρόθεσμα προβλήματα στον οργανισμό μας. Τα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων, μας δείχνουν ότι τρώμε αυξανόμενα πολύ περισσότερο από αυτό που χρειαζόμαστε. Από την άλλη πλευρά, οι άνθρωποι που καταναλώνουν λιγότερες ή πολύ λιγότερες θερμίδες ημερησίως (από επιλογή ή όχι) μπορεί όχι μόνο να στερήσουν από τον οργανισμό τους ουσιώδη θρεπτικά συστατικά αλλά να οδηγηθούν σε διατροφικές διαταραχές (ανορεξία, βουλιμία κ.α.) που εκτός από σωματικές έχει και σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις.
2. Να καλύπτουμε τις πρωτεϊνικές μας ανάγκες (15-20% της ημερήσιας πρόσληψης θερμίδων) από διαφορετικές πηγές. Η πρωτεΐνη είναι αναπόσπαστο κομμάτι της διατροφής μας, καθώς βοηθά στο χτίσιμο και τη λειτουργία των μυών. Υπάρχουν ζωικές και φυτικές μορφές πρωτεΐνης. Οι ζωικές θεωρούνται ολοκληρωμένες εφόσον περιέχουν και τα 22 αμινοξέα της. Οι φυτικές στην αρχική τους μορφή μπορεί να είναι ελλιπείς, εάν όμως συνδυαστούν με σπόρους, καλά λιπαρά, καρπούς, φρούτα και λαχανικά αποτελούν εξίσου ολοκληρωμένες πήγες. Γι’ αυτό το λόγο εισάγουμε στη διατροφή μας τα όσπρια (φακές, φασόλια, ρεβίθια κλπ.), τα προϊόντα σόγιας και άλλες πήγες , λιγότερο γνωστές έως τώρα όπως είναι η κινόα. Μερικά παραδείγματα ολοκληρωμένης φυτικής πρωτεΐνης είναι οι φακές με ρύζι, τα φασόλια με καλαμπόκι, το χούμους με ψωμί ή πίτα ολικής άλεσης και η βρώμη με ξηρούς καρπούς.
3. Να καλύπτουμε τις ανάγκες μας σε βιταμίνες, ιχνοστοιχεία και φυτικές ίνες, μέσω της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών (5 έως 7 μερίδες ημερησίως). Τα φρούτα και τα λαχανικά αποτελούν τη νούμερο ένα πηγή φυτικών ινών, ιχνοστοιχείων, βιταμινών και ενζύμων που χρειάζεται ο άνθρωπος καθημερινά για να τροφοδοτήσει τους βιολογικούς του μηχανισμούς (αποτοξίνωση, καταπολέμηση φλεγμονών και ιών, εντερική λειτουργία κ.α.), κάτι που μας είναι απαραίτητο σήμερα όσο ποτέ.
4. Να καταναλώνουμε όσο το δυνατόν λιγότερα πρόσθετα σάκχαρα (έως 10% των συνολικών μας θερμίδων) και να είναι περιορίσουμε, αν όχι να αποκλείσουμε επεξεργασμένες τροφές. Η επεξεργασία τροφίμων συνήθως αλλάζει τη θρεπτική τους αξία. Χάνει βιταμίνες, φυτικές ίνες και σίδηρο. Επιπλέον, όσο πιο επεξεργασμένη είναι η τροφή τόσα περισσότερα συστατικά περιέχει το προϊόν που φτάνει στα χέρια μας. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτό σημαίνει κορεσμένα λιπαρά και πρόσθετα σάκχαρα και στη χειρότερη χημικά, συντηρητικά και ενισχυτές γεύσης. Αυτό αποτελεί μέρος της βιομηχανίας τροφίμων, μιας και όσο λιγότερο επεξεργασμένη είναι η τροφή, τόσο μικρότερος είναι και ο χρόνος ζωής της στο ράφι και δυστυχώς όσο περισσότερη ζάχαρη, αλάτι, ενισχυτές γεύσης και λιπαρά έχει ένα τρόφιμο, τόσο περισσότερο ελκύει την γευστική παλέτα του μέσου καταναλωτή. Η διαδικασία με την οποία παράγεται η τροφή σχετίζεται και με τη συνολική μας υγεία και την περιβαλλοντική της επίπτωση. Η συσκευασία αλλά και η στροφή του προϊόντος λίγα εκατοστά προκειμένου να διαβάσουμε τα συστατικά του, μπορεί να μας δώσει τις πληροφορίες που χρειαζόμαστε για να αποφασίσουμε εάν θα το εντάξουμε στη διατροφή μας (ή με ποια συχνότητα). Συμβουλή: Αν στη λίστα με τα συστατικά έχετε πολλές άγνωστες λέξεις , καλύτερα να αποφύγετε την κατανάλωσή του.
5. Να εστιάζουμε στην ποικιλία και την ποικιλομορφία των τροφών.Μια διατροφή για να είναι πλήρης και βιώσιμη, πρέπει να μας ικανοποιεί. Κανένας δεν μπορεί να τρώει την ίδια σαλάτα και τα ίδια όσπρια κάθε μέρα μόνο και μόνο επειδή είναι υγιεινά και έχουν μικρή περιβαλλοντική επίπτωση. Μέσω του πειραματισμού, στις διάφορες μορφές που μπορούν να πάρουν οι τροφές, δοκιμάζοντας διαφορετικούς συνδυασμούς και υφές σίγουρα θα βρούμε αυτό που μας ταιριάζει και μας ικανοποιεί. Μαθαίνουμε, πειραματιζόμαστε και δοκιμάζουμε μέχρι να το βρούμε.
Πέρα από το κομμάτι της υγείας, σύμφωνα με έρευνες μια βιώσιμη και υγιεινή διατροφή μπορεί να βοηθήσει στη μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου τα οποία ανέρχονται σήμερα σε 50 γιγατόνους το χρόνο. Οι επιλογές είναι πολλές και τα ποσοστά διαφέρουν.
Χαρακτηριστικά να αναφέρουμε:
Είδος διατροφής | Ποσοστό μείωσης GHG emissions |
1 μέρα την εβδομάδα χωρίς κρέας (meatless Monday) | -30% |
2/3 Vegan (2 στα 3 γεύματα χωρίς ζωικό προϊόν) | -60% |
Lacto-ovo vegetarian | -40% |
Διακοπή πρόσληψης μόνο κόκκινου κρέατος | -20% |
Fully Vegan | -80% |
Η επιλογή είναι δική μας.Τέλος, να αναφέρουμε ότι όλα είναι θέμα συνειδητότητας και επίγνωσης. Εστιάζουμε σε αυτά που μπορούμε να αλλάξουμε, προγραμματίζουμε την αλλαγή και κάνουμε δράσεις προς αυτή την κατεύθυνση για έναν νέο τρόπο ζωής πολύ φιλικότερο προς το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Ο τρόπος σκέψης, οι καταβολές μας, η εκπαίδευση, η οικονομική μας κατάσταση και η ηλικία μας, είναι παράγοντες που διευκολύνουν ή δυσχεραίνουν αυτή την ουσιαστική αλλαγή.
Δεν παίρνει άλλη αναβολή.
Δεν πατάμε άλλο SNOOZE!
(Οι πληροφορίες και τα στατιστικά που δεν έχουν πηγή σε παρένθεση έχουν προέλθει από τις εξής έρευνες:
1. Public Health Perspectives on Sustainable Diets – John Hopkins University
2. Stanford Introduction to Food and Health – Stanford University
3. Understanding Obesity – University of Edinburgh)
Στέλλα Καββαδία - Αλευρά
Σύμβουλος plant based και βιώσιμης διατροφής